Η
ιστορία της Χριστίνας
Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα
χωριουδάκι μικρό, ζούσε μια πριγκίπισσα που την έλεγαν Χριστίνα. Η Χριστίνα
ήταν η πιο όμορφη σε όλο το χωριό, είχε τα πιο πλούσια και πράσινα μαλλιά που
είχε δει ποτέ άνθρωπος. Λόγω των πλούσιων μαλλιών της καλούσε τα πουλιά και
επικοινωνούσε με αυτά, όμως η ιδιότητά της αυτή δεν περιοριζόταν μόνο στα
πτηνά, αλλά σε όλα τα ζώα του ζωικού βασιλείου.
Μια μέρα η Χριστίνα αποφάσισε να πάει
για ψάρεμα και ενώ ψάρευε εμφανίστηκε μια γοργόνα με κόκκινα μαλλιά και της
είπε:
-Α, εσύ είσαι η περίφημη Χριστίνα που
μιλάει στα ζώα!
-Ναι! Εγώ είμαι.
-Αν
όντως αγαπάς τα ζώα τόσο πολύ, γιατί ψαρεύεις τους φίλους μου;
-Δεν θέλω να τραυματίσω τους φίλους σου,
το ψάρεμα το κάνω για να περάσω την ώρα μου. Εξάλλου πάντα ήθελα να ήμουν γοργόνα.
Όμως δε μου είπες ακόμα το όνομά σου.
-Είμαι η Άριελ, η κόρη του πασίγνωστου βασιλιά Τρίτωνα.
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια λεπτή
φωνούλα μέσα από τον βυθό που φώναζε την Άριελ. Ήταν ο πιστός της φίλος
Χταπόδης και η Άριελ είπε:
-Ωχ, πρέπει να φύγω! Να είσαι εδώ αύριο
την ίδια ώρα και έχω να σου πω ένα μυστικό που μπορεί να σε βοηθήσει.
Η Χριστίνα πήγε να ρωτήσει για εκείνο το
μυστικό, όμως η Άριελ είχε ήδη εξαφανιστεί μέσα στον βυθό!
Την επόμενη μέρα συναντήθηκαν ξανά και η Άριελ της αποκάλυψε το μυστικό, το
οποίο ήταν ένα μαγικό μαργαριτάρι που έδινε τη δυνατότητα να μετατρέψει όποιον
το φορούσε σε γοργόνα.
-Υπάρχει ένα πρόβλημα! Ο μπαμπάς μου
κάποτε είχε προδοθεί από έναν άνθρωπο και πληγώθηκε άσχημα, γι’ αυτό δεν
εμπιστεύεται πια τους ανθρώπους. Αλλά έχει περάσει πολύς καιρός από τότε και
ίσως σε αφήσει να το πάρεις. Τώρα πρέπει να φύγω, σήμερα θα τον ρωτήσω και
αύριο θα σου πω τι έγινε.
Την άλλη μέρα το πρωί βρέθηκαν και η
Άριελ είχε δυσάρεστα νέα για τη Χριστίνα.
-Ρώτησα τον μπαμπά μου και δεν ήταν
καθόλου χαρούμενος γι αυτό που του είπα. Μένει αρνητικός και δε θέλει να μου
δώσει το μαγικό μαργαριτάρι. Μη φοβάσαι όμως, έχω μια ιδέα. Ο φίλος μου ο
Χταπόδης συμφώνησε να με βοηθήσει να πάρουμε το μαργαριτάρι από την κρυψώνα που
το έχει ο μπαμπάς μου.
Το ίδιο βράδυ άρχισε ο Χταπόδης να
κολυμπά προς το παλάτι του Τρίτωνα. Ξεγέλασε τον φρουρό λέγοντάς του ότι είχε
έρθει να δει την Άριελ. Ο φρουρός τον άφησε και κατευθύνθηκε προς την κρυψώνα
του μαργαριταριού. Εκεί τον περίμενε ένας στρατός ψαριών, αλλά τον υπνώτισε με
ένα τραγούδι. Έτσι, άρπαξε το μαργαριτάρι και έσπευσε προς την Άριελ. Δεν
μπορούσαν να περιμένουν και μαζί κολύμπησαν προς την επιφάνεια για να
συναντήσουν τη Χριστίνα.
Η Χριστίνα τους περίμενε εκεί, της
έδωσαν το μαργαριτάρι και κατευθείαν μεταμορφώθηκε σε γοργόνα. Όλοι άρχισαν να
κολυμπάνε χαρωπά μέσα στο νερό. Και ζήσαμε εμείς καλά και εκείνοι καλύτερα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου